Τρίτη ηλικία: Ελεγεία για την εκπλήρωση των στόχων της ζωής και το χρέος των νέων απέναντί της

- της Διονυσίας (Σούλας) Σταύρου- Αντωνίου
- Κοινωνιολόγου-Πανεπιστημιακού
- Αντιπροέδρου του Εθνικού Συμβουλίου Ελληνίδων
Ο πληθυσμός ως σύνολο ατόμων μέσα σ’ ένα συγκεκριμένο γεωγραφικό χώρο, είναι το «υλικό» κατά τον E. Durkheim υπόβαθρο πάνω στο οποίο εδράζεται η κοινωνία.
Εξετάζοντας κανείς την σύσταση και την μορφή μιας κοινωνίας, μπορεί να αντλήσει χρήσιμες πληροφορίες αναφορικές με τις κατά βιολογικές κατηγορίες σύνθεση του πληθυσμού. Η γεννητικότητα ως συχνότητα γεννήσεων και η θνησιμότητα ως συχνότητα θανάτων, είναι δύο πόλοι δηλωτικοί της ανανέωσης και της φθοράς του πληθυσμού. Ο πληθυσμός διακρίνεται σε επιμέρους κατηγορίες, σε μεγάλες ομάδες ηλικιών που είναι: α) ο παιδικός πληθυσμός 0-14 β) ο ενεργός ή παραγωγικός πληθυσμός 15-64 και γ) ο γεροντικός πληθυσμός από 60 ή 65 έτη και άνω.
Η λέξη γήρας σημασιολογεί και σηματοδοτεί το στάδιο εκείνο της ανθρώπινης ζωής κατά το οποίο παρατηρούνται στον οργανισμό βιολογικές μεταβολές. Οι άνθρωποι της τρίτης ηλικίας, με την πάροδο του χρόνου, χάνουν τις φυσικές τους ικανότητες, αυτές εξασθενούν, υφίστανται φθορά, δυσλειτουργούν. Πρόκειται για μη αναστρέψιμες μεταβολές, παρά την συμβολή της ιατρικής επιστήμης.
Η σωματική φθορά, δεν συνεπάγεται αναγκαία και πνευματική φθορά, αντίθετα ο παράγοντας χρόνος, έχει συσσωρεύσει στον άνθρωπο ένα πλήθος γνώσεων, πληροφοριών, εμπειριών και βιωμάτων που τον καθιστούν «σοφό». Ο γέρος για την αρχαιοελληνική γραμματεία ήταν «ο πολλά έγνων», πρόσωπο πολύπειρο και σεβαστό. Ο βασιλιάς Νέστωρ αποτελεί σύμφωνα με τον Όμηρο την προσωποποίηση του συνετού γέροντα.
Οι Σπαρτιάτες όταν στο Στάδιο έμπαιναν οι γέροντες σηκώνονταν από τις κερκίδες τους και ίσταντο σε στάση προσοχής σε ένδειξη σεβασμού. Τον ίδιο σεβασμό έχαιραν οι γέροντες και στις παραδοσιακές κοινωνίες. Στην νεωτερικότητα το γήρας, έχει τεθεί υπό την προστασία του Συντάγματος. Το Ελληνικό Σύνταγμα στο άρθρο 21§3 λέει: «Το Κράτος μεριμνά για την υγεία των πολιτών του και παίρνει ειδικά μέτρα για την προστασία του γήρατος».
Όσο όμως και αν φαίνεται ότι η Τρίτη ηλικία είναι χρονικά οριοθετημένη, έχει ως συμβατικό ορόσημο το 65ο έτος, έτος που ταυτίζεται με την συνταξιοδότηση, δηλ. είναι μια ομάδα πληθυσμού με ενιαία λίγο-πολύ κοινά εξωτερικά χαρακτηριστικά, αυτό στην πραγματικότητα δεν ισχύει. Κάθε άνθρωπος διαφοροποιείται από τον άλλο. Κάθε άνθρωπος άνδρας ή γυναίκα κουβαλάει την δική του κληρονομικότητα, έχει την δική του ψυχοσύνθεση, τα δικά του βιώματα και εμπειρίες την ιστορία της οικογένειάς του, της φυλής του, της κοινωνικής τάξης στην οποία ανήκει, τελικά τις δικές του δυνάμεις και αντοχές.
Όλα αυτά στην μεταξύ τους συνάφεια και ενότητα αντανακλούν τον τρόπο ζωής του, φανερώνουν τις συνθήκες της διαβίωσής του, δείχνουν την δική του πορεία γήρανσης. Η πρόοδος της ιατρικής και της βιολογίας, έχει επιμηκύνει τον χρόνο ζωής των ανθρώπων, έχει αυξήσει το προσδόκιμο της ζωής. Σύμφωνα με κάποιες προβλέψεις, ο πληθυσμός του πλανήτη το 2050 θα είναι πάνω από 60 έτη. Η μακροζωία στις προηγμένες κοινωνίες είναι συνυφασμένη με την ευζωία, με την ποιότητα ζωής. Η ποιότητα ζωής είναι μια περιεκτική έννοια, περιλαμβάνει τόσο την παροχή ιατρο-φαρμακευτικών υπηρεσιών, όσο και το στοιχείο της κοινωνικότητας.
Η κοινωνικότητα είναι αυτή που δίνει νόημα ζωής στον άνθρωπο. Η συμμετοχή του σε σωματεία, συλλόγους, Κόμματα, επιστημονικές ενώσεις κ.α., κάνει τους ηλικιωμένους να αισθάνονται ότι βρίσκονται στο κέντρο των κοινωνικών διεργασιών και όχι στο περιθώριο των ιστορικών εξελίξεων. Η συμμετοχή τους, τους ωθεί να επαναπροσδιορίσουν τα ενδιαφέροντά τους, να αποκτήσουν νέες γνώσεις και δεξιότητες, τους ανορθώνει το ηθικό. Συμπερασματικά, τους επιτρέπει να αντιμετωπίσουν το υπόλοιπο της ζωής τους με αισιοδοξία και θάρρος, αντιλαμβανόμενοι τους εαυτούς τους, κοινωνικά χρήσιμους και ωφέλιμους. Η σύγχρονη επιστήμη έχει υιοθετήσει για την τρίτη ηλικία τον όρο «ενεργός γήρανση». Η Ευρωπαϊκή Ένωση τον Ιανουάριο του 2012, κήρυξε την έναρξη του Ευρωπαϊκού έτους γήρανσης.
Πρόκειται για ένα εγχείρημα που αποσκοπεί στην βελτιοποίηση των όρων ζωής των ανθρώπων, έτσι ώστε να έχουν σωματική ευεξία και ψυχική υγεία και ως εκ τούτου ενεργό κοινωνική παρουσία στα δρώμενα. Βεβαίως η ενεργός γήρανση προϋποθέτει την ύπαρξη υποστηρικτικών δομών, στα διάφορα επίπεδα και κυρίως στο επίπεδο της οικογένειας.
Οι ραγδαίες μεταβολές που παρατηρούνται στους θεσμούς της Ελληνικής κοινωνίας, έχουν ως πρώτο αποδέκτη τον θεσμό της οικογένειας. Με τον εξαστισμό της ζωής, η άλλοτε εκτεταμένη οικογένεια που συνήθως παρατηρείτο στην αγροτική ύπαιθρο λόγω της γεωγραφικής και κοινωνικής κινητικότητας, μετατράπηκε σε πυρηνική οικογένεια ή οικογένεια των συζύγων. Η εκτεταμένη οικογένεια ήταν πολυπρόσωπη, πολυλειτουργική και πολύσκοπη. Ανιόντες και κατιόντες ζούσαν κάτω από την ίδια στέγη. Ο Στέφαν Τσβάϊχ στο βιβλίο του ο «Χθεσινός Κόσμος», υποκινούμενος από νοσταλγία για το παρελθόν, αποκαλεί το χθεσινό κόσμο «χρυσό αιώνα της σιγουριάς».
Οι σύγχρονες κοινωνίες είναι ρευστές κοινωνίες, είναι κοινωνίες διακινδύνευσης και διαχωρισμού. Ό άξονας της οργάνωσής τους έχει μετατοπιστεί από την μεγάλη ομάδα, στην μικρή ομάδα. Μετασχηματίσθηκαν από συνολοκεντρικές σε ατομοκεντρικές. Οι μεταβολές αυτές είχαν ως συνέπεια την χαλάρωση του ιστού που συνέδεε τα μέλη της οικογένειας. Η Ελληνική κοινωνία παρά τις όποιες αλλαγές της στον χρόνο, διατηρεί την διαγενεακή αλληλεγγύη και αλληλεξάρτηση. Το αξιακό της σύστημα αξιολογεί αρνητικά, όπως έχουν δείξει οι έρευνες, την μεταφορά των γερόντων γονέων σε οίκους ευγηρίας. Ενώ αντίστροφα δεν αξιολογείται αρνητικά το γεγονός ότι οι γέροντες στις ορεινές και ημιορεινές περιοχές της χώρας, αργοπεθαίνουν μόνοι και αβοήθητοι. Αυτό συνιστά μια μεγάλη αντίφαση.
Στις Δυτικοευρωπαϊκές κοινωνίες, την χαλάρωση των συγγενικών δεσμών, έρχονται να αναπληρώσουν τυπικοί και άτυποι θεσμοί όπως είναι το Κράτος, η τοπική αυτοδιοίκηση, οι κοινωνία των πολιτών και κυρίως ο γυναικείος μοναχισμός, με τα δίκτυα φροντίδας και περίθαλψης των γερόντων που έχει αναπτύξει.
Όλοι μας θα έχουμε παρατηρήσει από τις επισκέψεις μας στις Δυτικοευρωπαϊκές πόλεις, τις καλόγριες να «οργώνουν» με τα ποδήλατά τους καθημερινά τους δρόμους, προκειμένου να προσφέρουν την βοήθειά τους όπως νοσηλεία, φαγητό κ.α. στους ανήμπορους και πάσχοντες ηλικιωμένους αδελφούς. Ο Δυτικοχριστιανικός μοναχισμός ως εσώκοσμος κάνει πράξη την Χριστιανική διδασκαλία «Αγαπάτε Αλλήλους», την «ηθική της αδελφοσύνης» που διακρίνεται για την έγνοια της για τον «Άλλο» τον Αδελφό του συνάνθρωπο. Δεν πλέκει και δεν πουλάει κομποσκοίνια στα πανηγύρια όπως κάνει ο ορθόδοξος γυναικείος μοναχισμός.
Εμείς οι άνθρωποι είμαστε ενδοκοσμικά όντα, διυποκειμενικά πλάσματα, γι’ αυτό ζητάμε επικοινωνία, έχουμε ανάγκη αλληλεγγύης και αλληλοβοήθειας. Έχουμε σώμα (corpus) μ’ αυτό κινούμαστε στην απεραντοσύνη του γεωγραφικού χώρου, αλλά έχουμε και ψυχή (animus) με την οποία βιώνουμε ψυχικά την αδυσώπητη ροή του χρόνου, που αφήνει τα αποτυπώματά της στο σκεύος μας, το σώμα μας. Το σώμα μιλάει, το σώμα διαμαρτύρεται, το σώμα φθείρεται, το σώμα πονάει και όχι σπάνια το σώμα κατά τον Michael Foucault γίνεται αντικείμενο βιοεξουσίας, χειραγώγησης.
Τα γηρατειά όπως λέει η Σιμόν ντε Μπουβουάρ, κατήντησαν να γίνουν ένα ντροπιασμένο μυστικό, ένα απαγορευμένο θέμα, μια ανοιχτή και ανελέητη καταγγελία κατά της αδιαφορίας της κοινωνίας απέναντι στα γηρατειά.
Για την ηθική συγκρότηση του ανθρώπου, το πάσχον σώμα χρήζει βοήθειας, στήριξης, φροντίδας. Η ηθική της φροντίδας πηγάζει από την έμφυτη στον άνθρωπο ηθική συνείδηση. Η ηθική της φροντίδας έχει μια μεταφυσική-θρησκευτική καταγωγή, που την καθιστά αμετάβλητη στο χρόνο και μια κοσμική θεμελίωση. Η έμπρακτη ηθική εκδηλώνεται με την αγάπη και την έγνοια που δείχνουμε για τον «Άλλο», ιδιαίτερα για την ευάλωτο, τον ανήμπορο συνάνθρωπό μας.
Η «ηθική της φροντίδας» σύμφωνα με την θεωρία της Αμερικανίδας ψυχολόγου Carol Gilligan, όπως αναπτύσσεται στο έργο της «In different voice 1980» (Μια διαφορετική φωνή) είναι εγγενής γυναικεία ποιότητα. Αυτό κάνει την γυναίκα να διαφέρει από τον άνδρα, που χαρακτηρίζεται από αφηρημένες και απρόσωπες έννοιες όπως είναι τα δικαιώματα. Η γυναικεία σκέψη και φύση είναι προσανατολισμένες στο εμπρόσωπο στο απτό, έχει ενσυναίσθηση, εμφορείται από το στοιχείο της δοτικότητας και της ευθύνης για τον «Άλλο».
Η θεωρία της Gilligan, βρίσκει τα σημεία της σύγκλισης και επαφής της με την «ηθική της Αδελφοσύνης» του Max Weber και το φιλοσοφικό σύστημα του E. Levinas όπως αναπτύσσεται στο έργο του «Totalité et Infini» (Ολότητα και Άπειρο).
Για τον φιλόσοφο Levinas, η ηθική δεν θεμελιώνεται στην ταυτότητα η οποία ενέχει το στοιχείο της ατομικότητας, αλλά στην ετερότητα στον «Άλλο».
Ο «Άλλος» δεν θεωρείται φορέας κοινωνικού ρόλου, δεν χρησιμοποιείται σκοπιμοθηρικά και ωφελιμιστικά αλλά αντιμετωπίζεται ως πρόσωπο. Αν για τον νομικό ορισμό το πρόσωπο είναι υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, τότε για την φιλοσοφικο-ουμανιστική σκέψη το πρόσωπο, υπερβαίνοντας τον ατομικιστικό εαυτό του, αυτοθεσμίζεται ως προσφορά και αυτοθυσία για τον «Άλλο». Διαβάζοντας στα μάτια του «Άλλου» τις ανάγκες του, τις επιθυμίες του, τις μετατρέπει σε δικές του υποχρεώσεις, μοιράζεται την ευθύνη για την ζωή του, τον δεξιώνεται απλόχερα εντός του.
Στο πλαίσιο της δυαδικής αγαπητικής αλληλόδρασης, αναδύεται η αλήθεια του «είναι», η ζωή αποκτάει νόημα και όπως έλεγε ο F. Nietzsche «η αλήθεια αρχίζει από δύο».
Η κοινωνία του ανθρώπου δεν είναι μόνο ένα λίγο-πολύ διαρθρωμένο σύνολο σχέσεων, θέσεων και κοινωνικών ρόλων, αλλά και πηγή δημιουργίας και απορροής αισθημάτων αλληλεγγύης και αλληλοβοήθειας, μια ηθική σφαίρα προσφοράς και ευθύνης μέριμνας για τον ηλικιωμένο συνάνθρωπο. Στον ηλικιωμένο συνάνθρωπο οφείλουμε πολλά, είναι ο μεταλαμπαδευτής των ηθών και των εθίμων μας, των ιστορικών μας παραδόσεων. Η ζωή δεν είναι τίποτε άλλο από την αλληλοδιαδοχή των γενεών, εκεί που τα σώματα και τα συναισθήματα συμπλέκονται, εκεί που η ψυχή του ενός συντροφεύεται από την ψυχή του Άλλου. Εκεί βρίσκεται η ανθρωπιά μας και η αναγνώριση των οφειλών μας απέναντι στην τρίτη ηλικία.
Αβίαστα στην μνήμη μου έρχονται τα λόγια του ποιητή «Χρωστάμε σ’ όσους ήρθαν πέρασαν θα ’ρθουνε θα περάσουν, κριτές θα μας δικάσουν οι αγέννητοι, οι νεκροί».